- Κρηταγενής
- Κρητα-γενής, ές, u. Κρητο-γενής, in Kreta geboren
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
κρηταγενής — Προσωνυμία του Δία, η οποία προερχόταν από τις σχετικές με τη γέννησή του παραδόσεις. Ο Ησίοδος αναφέρει ότι ο Δίας γεννήθηκε στην Κρήτη, στο σπήλαιο της Ίδης, όπου απαγορευόταν η είσοδος γιατί θεωρείτο ιερό. Αντίθετα, στην ανατολική Κρήτη… … Dictionary of Greek
Ρεθύμνης νομός — Διοικητική διαίρεση της κεντροδυτικής Κρήτης με όρια στα Α τον νομό Ηρακλείου και στα Δ τον νομό Χανίων, ενώ στα Β βρέχεται από το Κρητικό και στα Ν από το Λιβυκό πέλαγος. Έχει έκταση 1496 τ. χλμ. Διοικητικά ο νομός Ρ. χωρίζεται σε τέσσερις… … Dictionary of Greek